ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ 28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ/ Στο νηπιαγωγείο

28η Οκτωβρίου.

1. Ενδεικτικές Κατασκευές 








2. μικρή ιστορία


3.Τραγούδια 
  • Τα παιδιά της Ελλάδος

Μέσ’ στους δρόμους τριγυρνάνε

οι μανάδες και κοιτάνε

ν’ αντικρίσουνε, 
τα παιδιά τους π’ ορκιστήκαν
στο σταθμό όταν χωριστήκαν
να νικήσουνε.

Μα για `κείνους που `χουν φύγει
και η δόξα τους τυλίγει, 
ας χαιρόμαστε, 
και ποτέ καμιά ας μη κλάψει, 
κάθε πόνο της ας κάψει, 
κι ας ευχόμαστε:

Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά, 
που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά, 
παιδιά στη γλυκιά Παναγιά
προσευχόμαστε όλες να `ρθετε ξανά.

Λέω σ’ όσες αγαπούνε
και για κάποιον ξενυχτούνε
και στενάζουνε, 
πως η πίκρα κι η τρεμούλα
σε μια τίμια Ελληνοπούλα, 
δεν ταιριάζουνε.

Ελληνίδες του Ζαλόγγου
και της πόλης και του λόγγου
και Πλακιώτισσες, 
όσο κι αν πικρά πονούμε
υπερήφανα ας πούμε
σαν Σουλιώτισσες.

Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά, 
που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά, 
παιδιά στη γλυκιά Παναγιά
προσευχόμαστε όλες να `ρθετε ξανά.

Με της νίκης τα κλαδιά, 
σας προσμένουμε παιδιά.


  • Βάζει ο Ντούτσε
Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του 
και τη σκούφια την ψηλή του, 
μ’ όλα τα φτερά, 
και μια νύχτα με φεγγάρι 
την Ελλάδα πάει να πάρει, 
βρε, το φουκαρά! 

Ωωωωωωωωωωωωωχ. 

Τον τσολιά μας τον λεβέντη 
βρίσκει στα βουνά 
και ταράζει τον αφέντη 
τον μακαρονά. 

Αχ, Τσιάνο, θα τρελαθώ Τσιάνο, 
με τους τσολιάδες ποιος μου είπε να τα βάνω. 

Αααααααααααααχ. 

Ξεκινάει την άλλη μέρα, 
μα και πάλι ακούει "Αέρα" 
από τον τσολιά, 
δρόμο παίρνει και δρομάκι 
και πηδάει το ποταμάκι, 
ξέρει τη δουλειά. 

Ωωωωωωωωωωωωωχ. 

Τρώει τις σφαίρες σαν χαλάζι από τον τσολιά, 
κι όλο στρατηγούς αλλάζει για να βρει δουλειά. 

Αχ, Τσιάνο, θα τρελαθώ Τσιάνο, 
και στείλε γρήγορα τα μαύρα μου να βάνω. 

Αααααααααααααχ.

Στέλνει ο νέος Ναπολέων 
μεραρχίες πειναλέων 
στο βουνό ψηλά, 
για να βρουν τον διάβολό τους 
κι ο στρατός μας αιχμαλώτους 
τσούρμο κουβαλά. 

Ωωωωωωωωωωωωωχ. 

Και οι Κένταυροι οι καημένοι, 
βρε τι τρομερό, 
νηστικοί, ξελιγωμένοι 
πέφτουν στο νερό. 

Αχ! Γκράτσι, να μη σε δω Γκράτσι, 
γιατί σε κάρβουνα αναμμένα έχω κάτσει. 

Αααααααααααααχ.

Τρέχουν σαν τρελοί στους βράχους 
κι από μας και τους συμμάχους 
τρώνε τη κλωτσιά, 
και χωρίς πολλές κουβέντες 
μπήκαν Έλληνες λεβέντες 
μεσ’ τη Κορυτσά. 

Ωωωωωωωωωωωωωχ. 

Μέσα στ’ Αργυρόκαστρο εμπήκε το χακί 
και σημαία κυματίζει τώρα Ελληνική, 
Αχ! Τσιάνο, θα σκοτωθώ Τσιάνο, 
γιατί σε λίγο και τα Τίρανα τα χάνω. 

Και `πάθαν οι καημένοι 
μεγάλη συμφορά, 
κι η Ρώμη περιμένει 
κι εκείνη τη σειρά. 

Αααααααααααααχ.
  • Κορόιδο Μουσολίνι

Με το χαμόγελο στα χείλη, 
πάν’ οι φαντάροι μας μπροστά 
και γίνανε οι Ιταλοί ρεζίλι, 
γιατ’ η καρδιά τους δεν βαστά. 

Κορόιδο Μουσολίνι, 
κανείς σας δε θα μείνει, 
εσύ και η Ιταλία, 
η πατρίδα σου η γελοία, 
τρέμετε όλοι το χακί. 

Δεν έχει διόλου μπέσα 
κι όταν θα μπούμε μέσα, 
ακόμη και στη Ρώμη γαλανόλευκη 
θα υψώσουμε σημαία ελληνική. 

Βρέχει και κάτω από την τέντα, 
δεν κάνουν βήμα προς τα μπρος 
και γράφουν τ’ ανακοινωθέντα, 
φταίει ο κακός καιρός. 

Κορόιδο Μουσολίνι, 
κανείς σας δε θα μείνει, 
εσύ και η Ιταλία, 
η πατρίδα σου η γελοία, 
τρέμετε όλοι το χακί. 

Δεν έχει διόλου μπέσα 
κι όταν θα μπούμε μέσα, 
ακόμη και στη Ρώμη γαλανόλευκη 
θα υψώσουμε σημαία ελληνική.

  • Στην Ελληνική Σημαία


Εσένα, που σε χάιδεψε της λευτεριάς η αύρα
περήφανη πρώτη φορά πάνω στην Άγια Λαύρα.
Εσέ, που χέρι σε ύψωσε τρισάγιο και βροντήσαν
όχι φωνές, μα τουφεκιές, όταν σε χαιρετίσαν
οι τουφεκιές παλληκαριών, που εμπρός σου αντρειωμένα
γονάτισαν κι ορκίστηκαν να πέσουνε για σένα.

Εσένα, που σε κοίταξαν μάνες, που στό 'να χέρι
βαστούσαν βυζανιάρικα και στο άλλο το μαχαίρι.
Εσέ, που όταν σ' αντίκρυσαν οι γέροι ξανανιώσαν
και μ' άρματα τη μέση τους, την κουρασμένη, ζώσαν.

Εσέ, ποιά ανθρώπινη φωνή μπορεί να ιστορήση,
την ξακουσμένη δόξα σου και να την τραγουδήση;
Εσύ δεν είσαι από πανιού λωρίδα καμωμένη,
είσαι από αίμα και καπνούς και από φωτιά βγαλμένη.

Εσύ πετούσες σαν αητός πάνω από ηρώων κεφάλια,
σελάγισες σε πέλαγα, σε κάμπους, σ' ακρογιάλια.
Πάνω από νίκες άμετρες το φλάμπουρό σου εστήθη
και πάντα δρόμο σ' άνοιγαν μέσ' των εχθρών τα πλήθη,
τα χέρια που σ' εβάσταγαν, τ' αντρειωμένα χέρια,
για να σε μπήξουν σε κορφές σ' απάτητα λημέρια,
για να σε ιδούν πολύ ψηλά, ψηλά απ' της γης το χώμα,
τόσο ψηλά, που τ' ουρανού επήρες πια το χρώμα.

  • Τα παιδιά ζωγραφίζουν στον τοίχο

Τα παιδιά ζωγραφίζουν στους τοίχους
δυο καρδιές κι έναν ήλιο στη μέση, 
(παίρνω φως απ'τον ήλιο
και φτιάχνω την αγάπη
και μου λες ... πως σ'αρέσει.)(x2)

Τα παιδιά τραγουδάνε στους δρόμους,
η φωνή τους τον κόσμο αλλάζει
(τα σκοτάδια σκορπάνε
κι η μέρα λουλουδίζει
σαν ανθός... στο περβάζι.)(x2)

Ένα σύννεφο είν' η καρδιά μας,
η ζωή μας γιορτή σε πλατεία
(σ'αγαπώ κι ο απέραντος κόσμος
πόσο μοιάζει...με μικρή πολιτεία)(x2)

  • Αν όλα τα παιδιά της γης

Αν όλα τα παιδιά της γης
πιάναν γερά τα χέρια
κορίτσια αγόρια στη σειρά
και στήνανε χορό
ο κύκλος θα γινότανε
πολύ πολύ μεγάλος
κι ολόκληρη τη Γη μας
θ’ αγκάλιαζε θαρρώ. 

Αν όλα τα παιδιά της γης
φωνάζαν τους μεγάλους
κι αφήναν τα γραφεία τους
και μπαίναν στο χορό
ο κύκλος θα γινότανε
ακόμα πιο μεγάλος
και δυο φορές τη Γη μας
θ’ αγκάλιαζε θαρρώ.

Θα ’ρχόνταν τότε τα πουλιά
θα ’ρχόνταν τα λουλούδια
θα ’ρχότανε και η άνοιξη
να μπει μες στο χορό
κι ο κύκλος θα γινότανε
ακόμα πιο μεγάλος
και τρεις φορές τη Γη μας
θ’ αγκάλιαζε θαρρώ!

  • Ο Ναπολιτάνος

Μελαχρινέ Ναπολιτάνο
ο πόλεμος είναι φριχτός
εσύ μαχαίρωσες τον Πάνο
μετά σε σκότωσε κι αυτός

Τώρα κοιμάστε αγκαλιασμένοι
όπως το θέλησε ο θεός
να 'ναι οι λαοί αδελφωμένοι
Μαύροι , λευκοί , ένας λαός

Εσύ στη Νάπολη μπαρμπέρης
κι αυτός ψαράς στο Αιτωλικό
να μάθεις δεν θα καταφέρεις
πώς φτάσατε στο φονικό

Τώρα κοιμάστε αγκαλιασμένοι
όπως το θέλησε ο θεός
να 'ναι οι λαοί αδελφωμένοι
Μαύροι , λευκοί , ένας λαός.

  • Ο Δρόμος
Ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία, 
κάποιος την έγραψε στον τοίχο με μπογιά. 
Ήταν μια λέξη μοναχά :"ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ" 
είπανε, όμως πως την έγραψαν παιδιά. 

Ύστερα κύλησ' ο καιρός κι η Ιστορία, 
πέρασε εύκολ' απ' τη μνήμη στην καρδιά. 
Ο τοίχος έγραφε 'Μοναδική Ευκαιρία ! 
Εντός πωλούνται πάσης φύσεως υλικά !' 

Τις Κυριακές από νωρίς στα καφενεία 
κι ύστερα γήπεδο, στοιχήματα, καυγάς. 
Ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία 
κι ύστερα είπαν πως την έγραψαν παιδιά. 

  • Περνά ο στρατός

Περνάει ο Στρατός
της Ελλάδος Φρουρός
του κάθε της εχθρού
ο σκληρός τιμωρός
στο πέρασμά του τρέμει
η Γη όπου πατεί
και προς τη Δόξα
προχωρεί
Περνάει ο Στρατός
κι οι τρομπέτες ηχούν
και Δόξες μας παλιές
στην ψυχή μας ξυπνούν
στο διάβα του η Νίκη
πετά χαρωπά
και δαφνοστέφανα
σκορπά
Καμαρωτά περνούν
τα Φανταράκια μας
γεμάτα Λεβεντιά
το Ιππικό
οι Πυροβολητές και
τα γεράκια μας
παντού σκορπούν
Θανατικό
Περνούν Λεβέντες
της Μακεδονίας μας
της Θράκης των Νησιών
και του Μοριά
της Ρούμελης και
Ήπειρο-Θεσσαλίας μας
με Σύνθημα
τη Λευτεριά
Με τέτοιο
λαμπρό Στρατό
νικούμε κάθε
μας εχθρό
και σαν
ξαναχρειαστεί
η Ελλάδα να
δοξαστεί
Τότε όλοι μαζί
θα τρέξουμε
στη Γραμμή
και στη γενναία
μας ορμή
τα όπλα μας
θα στέψει
η Νίκη
και η Τιμή

  • Το ακορντεόν

Στη γειτονιά μου την παλιά
είχα 'ενα φίλο,
που ήξερε και έπαιζε ακορντεόν.
Όταν τραγούδαγε φτυστός,ήταν ο ήλιος
φωτιές στα χέρια του
άναβε το ακορντεόν.

Μα ένα βράδυ σκοτεινό
σαν όλα τα άλλα,
κράταγε τσίλιες 
παίζοντας ακορντεόν.

Γερμανικά καμιόνια,φάνηκαν
στη μάντρα και μια ριπή
σταμάτησε το ακορντεόν.

Το αρχινισμένο σύνθημα πάντα μου μένει,
όταν ακούω από τότε ακορντεόν
κι έχει σαν στάμπα τη ζωή μου σημαδέψει
δε θα περά-δε θα περάσει ο φασισμός.(x2)

  • Ντούτσε – Ντούτσε

Μας κοιτούσε μ' ένα μάτι 
ο Μπενίτο από καιρό,
χάθηκε στο νου του κάτι 
φοβερό και τρομερό. 

Και μια νύχτα ήρθε να πάρει
την Ελλάδα στα κλεφτά,
αλλά του 'παν οι φαντάροι,
δεν περνούν σ' εμάς αυτά. 
Ήθελε να γίνει αφέντης,
να τον τρέμει η Ελλάς,
μα τον πρόφτασε ο λεβέντης
ο φουστανελάς. 

  • Το τραγούδι της ελπίδας

Σήμερα σ' ένα ποίημα πάτησα
στον έβδομο ουρανό περπάτησα
ένα αερόστατο και μια οβίδα
της φαντασίας ήταν ή τα είδα.

Εσείς που ακούτε το τραγούδι αυτό
μαζί μας πείτε τούτο το σκοπό
σαν τη βροχή, το κύμα, το αηδόνι
να το ακούει η πίκρα και να λιώνει.

Μην κλείνεις την ειρήνη στο ντουλάπι
απ' το σεντούκι βγάλε την αγάπη
μια ιστορία νέα θ' ανατείλει
μ' ένα χαμόγελο γλυκό στα δυο της χείλη.

Αν οι μεγάλοι θέλουν να σκοτώνουν
τα όνειρά μας να τα μαχαιρώνουν
μύθοι και ήρωες θα 'ρθουνε πάλι
να τ' ακουμπήσουν απαλά στο προσκεφάλι.

facebook page : bookitses 

Σχόλια